ξυλόβιδα

ξυλόβιδα
η
βίδα για ξύλο.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • ξυλόβιδα — η τεχνολ. είδος συνδετικού κοχλία κατάλληλου για σύνδεση και στερέωση σε ξύλο, πλαστικό ή άλλα ενδοτικά υλικά …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”